επταετες

επταετες
    ἑπτάετες
    ἑπτά-ετες
    (ᾰ) adv. в течение семи лет, семь лет Hom.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "επταετες" в других словарях:

  • ἑπτάετες — ἑπταέτης seven years old masc/fem voc sg ἑπταέτης seven years old neut nom/voc/acc sg ἑπταετής seven years old masc/fem voc sg ἑπταετής seven years old neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επταετής — ές (AM ἑπταετής, ές, Α και ἑπταετής, ἑπταέτις, ἑπταετές) 1. ηλικίας επτά ετών 2. διάρκειας επτά ετών αρχ. (το ουδ. ως επίρρ.) ἑπταετές επί επτά έτη, για επτά ολόκληρα χρόνια …   Dictionary of Greek

  • Μενέλαος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την ομηρική παράδοση, ήταν ήρωας και βασιλιάς της Σπάρτης. Ο Όμηρος αναφέρει ότι ήταν γιος του Ατρέα, σύμφωνα όμως με τη μεταομηρική παράδοση ήταν γιος του Πλεισθένη και, κατά συνέπεια, εγγονός του Ατρέα. Είχε… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»